Στην Κύπρο του
Σπύρου Κυπριανού και της δεκαετίας του 1980 υπήρχε ένα μεγάλο όνειρο. Ένα
όνειρο το οποίο αφορούσε την μεσαία τάξη. Στην Κύπρο της πρόσφατης εισβολής και
κατοχής δεν υπήρχε ουσιαστικά μεσαία τάξη. Υπήρχε ανώτερη και κατώτερη. Και
υπήρχε και ένα μικρό ποσοστό που περνούσε άνετα έχοντας λίγο περισσότερο από τα
βασικά.
Τι έγινε και καταφέραμε
στο μεσοδιάστημα να δημιουργήσουμε μια τεράστια μεσαία τάξη; Κατασκευάσαμε ένα
οικονομικό τερατούργημα το οποίο θα βόλευε τους ίδιους τους πολιτικούς αλλά και
τους πολίτες. Ένα σύστημα που θα μπορούσε σε βάθος χρόνου να σπονσάρει το 30%
του εργατικού δυναμικού σε κυβερνητικές, ημι-κρατικές και τραπεζικές θέσεις
εργασίας έτσι ώστε να δημιουργηθεί η Κυπριακή μεσαία τάξη. Κάπου εκεί όμως χάσαμε
την μπάλα. Γιατί τα δικαιώματα που δόθηκαν στους κατόχους αυτών των θέσεων δεν
ήταν βιώσιμα μακροχρόνια.
Αντιπαραγωγικό
ωράριο, τρελά ωφελήματα, τρελές προσαυξήσεις, ΑΤΑ, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη,
εφάπαξ αφορολόγητα, συντάξεις τρελές χωρίς συνεισφορά του υπαλλήλου. Και το
σύστημα δούλεψε. Για αρκετά χρόνια. Βασιζόμενο στην αρχή σε ξένα κεφάλαια για
την αναστύλωση της Κυπριακής οικονομίας και στην συνέχεια βασιζόμενο στον
τουρισμό, σε αραβικά λεφτά και τέλος σε ξέπλυμα και σε Ρώσικα, Ουκρανικά και
άλλα πρώην σοβιετικά κεφάλαια. Και φυσικά αυτά τα λεφτά τα οποία δίνονταν σε
αυτό το 30% που κατείχε τις προνομιακές αυτές θέσεις ανακυκλωνόταν στην
οικονομία και δημιουργούσε θέσεις εργασίας και στον ιδιωτικό τομέα. Ήταν όλοι λοιπόν
ευτυχισμένοι.
Αλλά για πόσο
καιρό άραγε, θα μπορούσε να είναι αυτό βιώσιμο; Ο κόσμος πλούτισε, έφερε
Φιλιππινέζες, έβαλε τα παιδιά του σε ιδιωτικά σχολεία με 6-7,000 ευρώ δίδακτρα
τον χρόνο, αγόρασαν Γερμανικά αυτοκίνητα, πήγαν όλοι οι 20χρονοι να σπουδάσουν
στο εξωτερικό, αγόρασαν πολλοί ιδιόκτητες κατοικίες και εξοχικά. Καταφέραμε μέχρι
το 2008 να δημιουργήσουμε μια οικονομία όπου ένα μικρό ποσοστό της κυπριακής
κοινωνίας ήταν ανώτερη τάξη, ένα τεράστιο ποσοστό μεσαία τάξη που ζούσε όμως με
δανεικά πάνω από τις δυνατότητες της ωσάν να είναι ανώτερη και τέλος μια
κατώτερη τάξη η οποία αποτελείτο πλέον, ως επί το πλείστον από μετανάστες.
Αλλά πως
συντηρούσαμε αυτό το μοντέλο; Χωρίς ουσιαστικά να παράγουμε πλούτο. Το
συντηρούσαμε ανέκαθεν με κεφάλαια ξένα χωρίς να καταφέρουμε να δημιουργήσουμε
ένα τομέα που θα μπορούσε να προσφέρει στην Κύπρο ένα σταθερό εισόδημα, πλην
του τουρισμού. Όλα τα άλλα που προσφέραμε και παρείχαν στην Κύπρο σταθερό
εισόδημα δηλαδή οι υπηρεσίες θα έπρεπε στην ουσία να προσφέρουν στην χώρα
επιπρόσθετο εισόδημα και να μην αποτελούν το βασικό στρατηγικό σου πλάνο.
Λογικό ήταν λοιπόν, δεδομένης και της εξάρτησής σου από την παγκόσμια οικονομία
να έρθει εντέλει η καταστροφή. Ειδικά όταν η πιστωτική επέκταση οδήγησε τις τιμές
των κυπριακών ακινήτων αλλά και των εισηγημένων εταιριών στο ΧΑΚ στα ύψη. Γιατί
πίσω από όλο αυτό δεν υπήρχε θεμελιώδης αξία.
Οι εταιρείες
(τράπεζες) του ΧΑΚ δεν άξιζαν τα λεφτά τους. Δεν μπορούσε ρε γαμώτο να αξίζει η
Λαϊκή 8,50 ευρώ, ούτε η Κύπρου 10 το 2007. Δεν είχαν τα θεμελιώδη δεδομένα για
να αξίζουν τόσα. Όπως επίσης δεν μπορεί να αξίζει ένα σπίτι στον Άγιο Αντρέα
Λευκωσίας 1 εκατομμύριο, ούτε και ένα εξοχικό στο Κάπαρι του Πρωταρά 500,000
αλλά ούτε φυσικά και ένα διαμέρισμα στο κύμα της Λεμεσού 800,000. Όπως και να
το δούμε ο Άγιος Αντρέας δεν είναι Notting Hill και η Λεμεσός και ο Πρωταράς δεν είναι Γαλλοϊταλική Ριβιέρα. Άρα ο πλούτος
και η ιδιοκτησία της μεσαίας τάξης ήταν εικονική. Αποκτήθηκε σε ένα τεράστιο
ποσοστό του με δανεικά και επενδύθηκε σε αμφιβόλου αξίας περιουσιακά στοιχεία.
Αυτά τα
περιουσιακά στοιχεία μπορεί να ήταν διαμερίσματα των 100 τετραγωνικών και των
300,000 ευρώ ή μετοχές των ιδίων των
τραπεζών που τους δάνειζαν τα λεφτά και ήταν εμφανέστατα υπέρ-μοχλευμένες. Και
πρόσφατα, τα τελευταία χρόνια επενδύθηκαν οι αποταμιεύσεις σε μετατρέψιμα
αξιόγραφα αυτών των ιδίων τραπεζών. Λογικό ήταν λοιπόν οι τιμές αυτής της
τεράστιας φούσκας κάποτε να καταρρεύσουν. Και πως βρήκε αυτή η κατάρρευση την
μεσαία τάξη της Κύπρου;
Με τεράστια
δάνεια για αγορά περιουσιακών στοιχείων που οι τιμές τους καταρρέουν. Με
γελοίες μετοχές (penny stocks) και με ακίνητα τα οποία είναι μη
ρευστοποιήσιμα. Το χειρότερο όμως, η ταφόπλακα, είναι το 1.4 δις αξιόγραφων το
οποίο αντιπροσωπεύει ένα τεράστιο ποσοστό του πλούτου και της αποταμίευσης την
Κυπριακής μεσαίας τάξης. Αυτά στέρεψαν ουσιαστικά την αγορά και μετέτρεψαν
ευκατάστατα άτομα σε φτωχούς.
Ναι μπορεί ακόμα να
μην το αντιλήφθηκαν πολλοί αλλά ναι είναι φτωχοί. Γιατί τα δάνεια τρέχουν, οι
μισθοί θα πέσουν λόγω Τρόικας και ύφεσης, ενώ οι τίτλοι που κατέχουν (ακίνητα,
μετοχές και αξιόγραφα) είναι ουσιαστικά μη ρευστοποιήσιμα. Και αυτό ναι σε
καθιστά φτωχό και καταχρεωμένο. Και δυστυχώς τα χρήματα αυτά της μεσαίας τάξης
που ίσως θα μπορούσαν να κρατήσουν την αγορά σε κάποια υποτυπώδη κινητικότητα
(τα 1.4 δις) κλειδώθηκαν στα αξιόγραφα.
Άρα το μέλλον
είναι μαύρο. Οι τιμές των ακινήτων θα συνεχίσουν να πέφτουν λόγω της μηδενικής
ζήτησης αφού δεν υπάρχει ρευστό (απομόχλευση τραπεζών). Οι τιμές των μετοχών
επίσης θα συνεχίσουν να πέφτουν αφού η θεμελιώδης αξία την δεδομένη στιγμή είτε αντικατοπτρίζεται πλήρως στην τιμή τους είτε είναι χαμηλότερη. Επίσης όταν μετατραπούν τα αξιόγραφα
σε μετοχές θα υπάρξει υπέρ πώληση (selloff) άρα δεν προβλέπεται αύξηση (ουσιαστική
τουλάχιστον) των μετοχικών τίτλων στο άμεσο μέλλον.
Που καταλήγω
λοιπόν; Στο ότι η μεσαία τάξη στην Κύπρο όπως την ξέραμε απέθανε και κάλο είναι
να αρχίσουμε να της κάμνουμε τζαι κανένα μνημόσυνο. Μπορεί να μεν το έχουμε
αντιληφθεί ακόμα αλλά ναι έχει πεθάνει. Δεν λέω ότι εξαλείφθηκε φυσικά εντελώς.
Θα είναι όμως κατά πολύ μικρότερη και φτωχότερη και θα αποτελείται κυρίως από
άτομα τα οποία έκαναν τον καιρό της ευμάρειας συντηρητικές επενδύσεις, με βάση
τον μισθό τους. Για αυτά τα άτομα ο καιρός έχει έρθει. Cash is King την δεδομένη στιγμή. Και 25,000 ευρώ στην τράπεζα το 2013 αξίζουν όσο 100,000
το 2007. Τώρα είναι η ώρα των μεγάλων ανατροπών. Είναι η ώρα που πολλοί θα
καταστραφούν αλλά άλλοι θα πλουτίσουν.
Τι να γίνει έτσι
είναι η ζωή. Οι μεγάλες ευκαιρίες, τα ψηλά επιτόκια και οι τρελές αποδόσεις
στις τιμές των μετοχών εμπεριέχουν και μεγάλα ρίσκα. Αυτό δεν κατάλαβαν
δυστυχώς πολλοί στην Κύπρο. Όπως επίσης δεν καταλάβαμε πως λειτουργεί ένα σωστό
οικονομικό μοντέλο.
Η μητέρα μου για
παράδειγμα η οποία ήταν τραπεζικός έπαιρνε 80 λίρες τον μήνα το 1975 (γιατί
είχε σπουδάσει) και δούλευε μέχρι τις πέντε το απόγευμα και Σάββατο πρωί. Πως
βρέθηκε στις 2,000 λίρες τον μήνα σε μόλις 20 χρόνια μέχρι να αφυπηρετήσει
(χωρίς να πάρει τονίζω τρελές προαγωγές); Και πως βρέθηκε σε πενθήμερη εβδομάδα
εργασίας και στο 7:30-2:30 ωράριο. Αυτό το παράδειγμα είναι καθολικό. Οι
αυξήσεις αυτές δεν ήρθαν μέσω της παραγωγικότητας αλλά μέσω των συντεχνιών και
των δικαιωμάτων που αποκτήθηκαν εκείνη την εικοσαετία. Ε δεν λειτουργούν έτσι
οι σωστές οικονομίες. Και τώρα πληρώνουμε τα λάθη των τελευταίων 30 χρόνων.
Το άσχημο για
εμάς τους 25-45αρηδες είναι ότι θα είμαστε πιθανότατα φτωχότεροι από τους
γονείς μας. Η περίοδος της ζωής μας όπου θα έπρεπε να δουλεύουμε και να αποταμιεύουμε
θα χαρακτηρισθεί από τον θάνατο της μεσαίας τάξης και από τρομερή ανεργία. Καλό
κουράγιο λοιπόν.